- Φανοτευς
- ΦανοτεύςΦᾰνοτεύς-έως ὅ Фанотей2) фокидец, приютивший Ореста Soph.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
Φανοτεύς — masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φανοτεῖς — Φανοτεύς masc acc pl Φανοτεύς masc nom/voc pl (parad form) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φανοτέων — Φανοτεύς masc gen pl Φανοτέω̆ν , Φανοτεύς masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φανοτεῦσι — Φανοτεύς masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φανοτεῦσιν — Φανοτεύς masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Panopeus — (polytonic|Πανοπεύς), or Phanoteus (the name is given in a variety of forms in the ancient sources), [polytonic|Πανοτεύς, Homer, Strabo and Pausanias; polytonic|Πανόπη, Hesiod, On Strabo ix. p. 424; Stephanus of Byzantium s. v. ; Ovid,… … Wikipedia
Φανοτέως — Φανοτέω̆ς , Φανοτεύς masc gen sg Φανοτεύς masc nom sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ФАНОТЕЙ — • Phanŏteus, Φανοτεύς, 1. см. Panopeus (Πανοπεύς), Панопей; 2. фокидец, гостеприимно принявший Ореста. Soph. El. 45. 660 … Реальный словарь классических древностей
Φανοτέα — Φανοτέᾱ , Φανοτεύς masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)